-
-
Νέα Ελλη -
-
1
|Lamentações 1:1|
[] Πως εκαθησε μονη η πολις η πεπληθυμμενη λαων. Κατεστη ως χηρα η πεπληθυμμενη εν εθνεσιν, η αρχουσα εν ταις επαρχιαις· εγεινεν υποτελης.
-
2
|Lamentações 1:2|
Ακαταπαυστως κλαιει την νυκτα και τα δακρυα αυτης καταρρεουσιν επι τας σιαγονας αυτης· εκ παντων των αγαπωντων αυτην δεν υπαρχει ο παρηγορων αυτην· παντες οι φιλοι αυτης εφερθησαν προς αυτην απιστως· εχθροι εγειναν εις αυτην.
-
3
|Lamentações 1:3|
Ηχμαλωτισθη ο Ιουδας υπο θλιψεως και υπο βαρειας δουλειας· καθηται εν τοις εθνεσι· δεν ευρισκει αναπαυσιν· παντες οι διωκται αυτου κατελαβον αυτον εν μεσω των στενων.
-
4
|Lamentações 1:4|
Αι οδοι της Σιων πενθουσι, διοτι ουδεις ερχεται εις τας εορτας· πασαι αι πυλαι αυτης ειναι ερημοι οι ιερεις αυτης αναστεναζουσιν· αι παρθενοι αυτης ειναι περιλυποι και αυτη πληρης πικριας.
-
5
|Lamentações 1:5|
Οι εναντιοι αυτης εγειναν κεφαλη, οι εχθροι αυτης ευημερουσι· διοτι ο Κυριος κατεθλιψεν αυτην δια το πληθος των ανομιων αυτης· τα νηπια αυτης επορευθησαν εις αιχμαλωσιαν εμπροσθεν του εχθρου.
-
6
|Lamentações 1:6|
Και εφυγεν απο της θυγατρος Σιων πασα η δοξα αυτης· οι αρχοντες αυτης εγειναν ως ελαφοι μη ευρισκουσαι βοσκην, και εβαδιζον χωρις δυναμεως εμπροσθεν του διωκοντος.
-
7
|Lamentações 1:7|
Ενεθυμηθη η Ιερουσαλημ εν ταις ημεραις της θλιψεως αυτης και της εξωσεως αυτης παντα τα επιθυμητα αυτης, τα οποια ειχεν απο χρονων αρχαιων, οτε επεσεν ο λαος αυτης εις την χειρα του εχθρου και δεν υπηρχεν ο βοηθων αυτην· ειδον αυτην οι εχθροι, εγελασαν επι τη καταπαυσει αυτης.
-
8
|Lamentações 1:8|
Αμαρτιαν ημαρτησεν η Ιερουσαλημ· δια τουτο εγεινεν ως ακαθαρτος· παντες οι δοξαζοντες αυτην κατεφρονησαν αυτην, διοτι ειδον την ασχημοσυνην αυτης· αυτη δε ανεστεναζε και απεστραφη εις τα οπισω.
-
9
|Lamentações 1:9|
Η ακαθαρσια αυτης ητο εις τα κρασπεδα αυτης· δεν ενεθυμηθη τα τελη αυτης· οθεν εταπεινωθη εξαισιως· δεν υπηρχεν ο παρηγορων αυτην. Ιδε, Κυριε, την θλιψιν μου, διοτι εμεγαλυνθη ο εχθρος.
-
10
|Lamentações 1:10|
Ο εχθρος εξηπλωσε την χειρα αυτου επι παντα τα επιθυμητα αυτης· διοτι αυτη ειδε τα εθνη εισερχομενα εις το αγιαστηριον αυτης, τα οποια προσεταξας να μη εισελθωσιν εις την συναγωγην σου.
-
-
Sugestões

Clique para ler 2 CorÃntios 5-7
26 de novembro LAB 696
SEJA UM POTE DE JESUS
2CorÃntios 01-04
Certo carregador de água tinha 2 grandes potes, cada um pendurado numa ponta de um cabo, o qual ele carregava sobre seus ombros. Um dos potes tinha uma rachadura, enquanto o outro pote era perfeito e sempre levava a porção completa de água até o final da longa caminhada.
O pote rachado chegava só com a metade.
Por 2 anos isto se repetiu diariamente, com o carregador trazendo apenas um pote e meio de água.
Naturalmente, o pote perfeito estava orgulhoso de seu desempenho, perfeito para o propósito a que tinha sido feito.
Mas o pobre pote rachado estava envergonhado de sua própria imperfeição, e miserável por ser capaz de alcançar apenas metade daquilo a que tinha sido feito para fazer.
Depois de 2 anos do que sentia ser uma falha insuportável, ele um dia falou ao carregador perto de um riacho:
-Estou envergonhado de mim mesmo, disse o pote, e eu quero me desculpar com você.
- Por quê? - perguntou o carregador.
- Do que você está envergonhado?
- Tenho conseguido, nestes últimos 2 anos, entregar apenas metade de meu carregamento porque esta rachadura faz com que a água vaze por todo o caminho.
Por minha causa, você tem que realizar todo este trabalho, e você não recebe todo o valor de seus esforços, disse o pote.
O carregador sentiu pena do velho pote rachado, e em sua compaixão ele disse:
- Enquanto nós voltarmos à casa, eu quero que você note as flores lindas que há ao longo da trilha.
De fato, Ã medida que eles subiram a colina, o velho pote rachado notou o sol que aquecia as lindas flores silvestres ao lado da trilha, e isto o animou um pouco.
Mas ao final da trilha, ele ainda se sentia mal porque tinha vazado metade de seu carregamento, e novamente se desculpou com o carregador por sua falha.
O carregador disse ao pote:
- Você notou que havia flores apenas em seu lado da trilha, mas nenhuma do lado do outro pote?
É porque eu sempre soube da sua rachadura,e eu aproveitei isso para o bem.
- Eu plantei sementes de flores do seu lado da trilha, e a cada dia enquanto eu voltava do riacho, você as regou. Por 2 anos eu tenho sido capaz de colher estas lindas flores para decorar a minha mesa.
Sem você ser do jeito que você é, e com a rachadura que você tem eu nunca teria esta beleza para embelezar a minha casa.
Mesmo sentindo-se imperfeito, descubra, na leitura de hoje, que tipo de pote, vaso, você pode ser para Jesus.
Valdeci Júnior
Fátima Silva